Ο Π Ο Δ Η Λ Α Τ Η Σ, ο βυθος της γυναικειας τσαντας!


Ο  Π Ο Δ Η Λ Α Τ Η Σ

“Ανέκδοτα” αλλά και δημοσιευμένα, καθημερινά αλλά διαχρονικά.

     “O απύθμενος βυθός”. Αυτόν τον τίτλο διάβαζα στην είσοδο ενός θέατρου, “το πάλκο της κωμωδίας”, μια βροχερή μέρα που βαρετά είχα βγει στο δρόμο για ένα περίπατο χωρίς να έχω συνειδητοποιήσει ότι οι γούβες, που στη πόλη μας περισσεύουν, είχαν ξεχειλίσει. Αποφάσισα να ακολουθήσω το ένστικτο μου και να μπω πεισμένος ότι θα παρακολουθήσω τουλάχιστον μια ξεκαρδιστική κωμωδία. Χαλαρωμένος, αφοσιώθηκα στο μονόλογο του showman. Παράξενο! Όταν τέλειωσε ένοιωθα ποιο πολύ τρόμο παρά διάθεση για γέλια. Φανταζόμουν την αγωνία του “θύματος” και μου φαινόταν ποιο αγχώδης κι απ’ αυτό το ρούφηγμα μιας λάμιας που ο βυθός της φαίνεται, άφαντος! Ο ηθοποιός βέβαια δεν αναφερόταν στην λάμια, αλλά στον απύθμενο βυθό της γυναικείας τσάντας! Αν και υπάρχουν άλλοι τόσοι άνδρες που χρησιμοποιούν κάποιο είδος τσάντας καθημερινά. Δεν έχει σημασία αν η τσάντα είναι πλάτης, ώμου, επώνυμη, φτηνή, χειροποίητη, δερμάτινη, πάνινη ή πλαστική. Αν είναι σάκος ή τουαλέτας, χιαστί ή φάκελος. Η ψυχή της είναι “άβυθος!”. Εννοώ ο βυθός της. Γιατί η ψυχή μιας τσάντας είναι ο βυθός της. Εκεί που για μια στιγμή εξαφανίζονται τα αντικείμενα όταν ποιο πολύ τα χρειάζεσαι. Όταν ψάχνεις απεγνωσμένα να τα βρεις. Και δεν τα βρίσκεις! Αρχίζεις να αμφιβάλεις. Μήπως δεν το ‘χω πάρει μαζί μου? Μήπως μου έπεσε όταν έβγαζα τα χαρτομάντηλα? Μήπως κάποιος έβαλε το χεράκι του? Α ναι! Συνήθως οι τσαντάκηδες έχουν ποιο πολύ τύχη όταν ψάχνουν το πορτοφόλι στη τσάντα σου παρά η ιδιοκτήτρια όταν το αναζητάει απελπισμένα για να βγάλει την πιστωτική κάρτα -γιατί έχει φτάσει στα διόδια- κι ο άλλος από πίσω κορνάρει σαν δαιμονισμένος… Μιλώντας για χαρτομάντηλα! Ένα άλλο αντικείμενο που εξαφανίζεται, σαν τον Χουντίνι, ως δια μαγείας από την τσάντα. Ιδιαίτερα όταν οι “διπλανοί” είναι ομαδικά συναχωμένοι και αποζητούν απεγνωσμένα την βοήθεια του βελουδένιου δημιουργήματος κυτταρίνης για να ανακουφίσουν τους ταλαιπωρημένους τους ρώθωνες! Και τι μου λέτε για τα γυαλιά; Ηλίου ή μυωπίας, το ίδιο κάνει. Δυσεύρετα! ‘Η την τελευταία ασπιρίνη που περικόψαμε με το ψαλιδάκι, τσίμα-τσίμα, και τη ρίξαμε έτσι χύμα στον βυθό! Σαν παλιό σινεμά αρχίζουν να περνούν τα “απολεσθέντα” αντικείμενα μπρος στα μάτια μας. Κραγιόν, μολύβι, τσιμπιδάκι, παραμάνα, σκουλαρίκια! Το μπουκαλάκι με τις σταγόνες για τα μάτια ή το usb με τα 64gb που περιέχει το μόχθο σου των τελευταίων έξη μηνών! Θυμηθείτε, πόσοι μες την απελπισία τους δεν εκτέλεσαν αυτή την ύστατη προσπάθεια:… Αναποδογύρισμα και έκθεση των αντικειμένων πάνω στο τραπέζι ή στο κρεβάτι ή στο χαλί… και επιτέλους! Ο επερχόμενος αναστεναγμός ανακούφισης. «εύρηκα – εύρηκα»! Ήταν μπροστά στα μάτια μου…

     Και τώρα πια, ποιο ήρεμοι, επανατοποθετούμε όλα τα διασκορπισμένα αντικείμενα στην απύθμενη τσάντα και με ένα απέραντο χαμόγελο ικανοποίησης σαν να ‘χαμε ανακαλύψει εμείς πρώτοι τις δυτικές Ινδίες , κατεβαίνοντας τα σκαλιά, οδηγώντας τα βήματα μας αργά και σταθερά στο αυτοκίνητο μας που είναι παρκαρισμένο -δυστυχώς-, πάνω  …στο πεζοδρόμιο… ανοίγουμε τη τσάντα και …αρχίζουμε τρομοκρατημένοι να ψάχνουμε στον αβαθή πυθμένα! …τα κλειδιά μας. Α ναι, τα κλειδιά! Ποιος τα έχει βρει ποτέ με τη μια; Με τη δεύτερη; Η με τη τρίτη!…

     Όταν βγήκα αλαφιασμένος και κατασυγχυσμένος από το θέατρο, “το πάλκο της τραγωδίας”, αποφάσισα χωρίς καθυστέρηση να πεταχτώ μέχρι το ψιλικατζίδικο. Αγόρασα 25 εκατοστά πετονιά κι ένα αγκίστρι, το πέρασα κόμπο στον κρίκο των κλειδιών και την άλλη άκρη την έραψα στην αγκράφα της τσάντας. Καλό ψάρεμα!

3ra entrega de la nueva columna en el periodico Aixmi

Leave a comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.